3.3.09

ΠΑΣΟΚ και Κοινωνικά Κινήματα

Αναδημοσίευση από Ηπειρωτικό Αγώνα, 3/2/2008)


Ιστορικά, τα πρώτα κοινωνικά κινήματα αναπτύχθηκαν διεθνώς στη δεκαετία του 1960 και του 1970, γύρω από έννοιες όπως ο φυλετικός ρατσισμός, το φύλο, η ηθική της αστικής τάξης, η ειρήνη. Τα κινήματα αυτά προήλθαν από την κοινωνία, από πολίτες δηλαδή που πέρα και έξω από πολιτικούς φορείς αυτοοργανώθηκαν, επικοινώνησαν και έδρασαν. Τέτοια κινήματα που, τότε, αναπτύχθηκαν ήταν το φεμινιστικό κίνημα, το κίνημα της αντίθεσης στο φυλετικό ρατσισμό, το κίνημα ενάντια στα πυρηνικά και υπέρ της ειρήνης κ.α.
Στη χώρα μας τα κινήματα αυτά δεν κατάφεραν να αποκτήσουν ιδιαίτερη δυναμική και κυρίως αυτόνομη υπόσταση. Και αυτό συνέβη τόσο διότι η κατάσταση στη χώρα μας στις δεκαετίες του ‘60 και του ’70, με τη Χούντα, τον αντιδικτατορικό αγώνα και τη μεταπολίτευση, επέβαλλαν άλλα προτάγματα, όσο και -κυρίως- για λόγους που σχετίζονταν με την διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας.
Πιο συγκεκριμένα, στην Ελλάδα η κοινωνία των πολιτών - οι εθελοντικές κοινωνικές δράσεις δηλαδή ατόμων ή ομάδων, που προερχόμενοι από την κοινότητα, τους χώρους εργασίας ή άλλους κοινωνικούς χώρους αυτοοργανώνονται με σκοπό να προωθήσουν τα κοινά τους συμφέροντα ή/και να εμπλακούν σε δραστηριότητες δημοσίου συμφέροντος - ήταν τότε ανύπαρκτη. Η ανυπαρξία της κοινωνίας των πολιτών έχει αποδοθεί, κυρίως, στη δύναμη ενός υπετροφικού κράτους και των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων. Πραγματικά, στην Ελλάδα, για μια μεγάλη χρονική περίοδο που έφτανε μέχρι τη μεταπολίτευση, οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να αρθρώσουν πολιτικό λόγο, εκτός αν ενσωματώνονταν στα κόμματα. Στην Ελλάδα, δηλαδή, υπήρχε αποκλειστικά η «κάθετη» ένταξη των πολιτών στην πολιτική, μέσω της παρέμβασης ενός κομματικού μηχανισμού, ενώ στην Δυτική Ευρώπη είχε ήδη αναπτυχθεί και ένας άλλος, «οριζόντιος» τρόπος πολιτικής ένταξης, όπου οι πολίτες συναθροιζόμενοι με άλλους πολίτες σε συλλογικούς φορείς και αυτόνομες ομάδες συμφερόντων που διαμόρφωναν οι ίδιοι, μπορούσαν να μετέχουν στην πολιτική, αντιπαρατιθέμενοι μεταξύ τους και προς το κράτος, χωρίς την αναγκαστική παρέμβαση των πολιτικών οργανισμών. Εξ αιτίας λοιπόν αυτής της διάρθρωσης της ελληνικής κοινωνίας, σε όλη τη μεταπολεμική Ελλάδα και μέχρι τη μεταπολίτευση, οι πολίτες δεν μπόρεσαν να κινητοποιηθούν κοινωνικά, ανεξάρτητα από τα πολιτικά κόμματα, μέσα από διάφορες κοινωνικές συσσωματώσεις, διότι δεν υπήρχε ελεύθερος κοινωνικός χώρος και όλοι οι συλλογικοί φορείς ελέγχονταν από τα κόμματα. Ακόμα και συσσωματώσεις που δεν προέκυψαν εξαρχής από κομματική έμπνευση, αλλά από κοινωνικές πρωτοβουλίες, όπως οι γυναικείες οργανώσεις, είχαν τελικά την ίδια τύχη: εξελίχθηκαν ως οχήματα πολιτικής επιρροής των πολιτικών κομμάτων.
Στη δεκαετία του ’90, μια δεκαετία που χαρακτηρίζεται διεθνώς από την επικράτηση του οικονομικού φιλελευθερισμού και την αμφισβήτηση του κράτους πρόνοιας, τη παγκοσμιοποίηση των αγορών και την ανάδυση νεωτερικών στοιχείων στην κοινωνική οργάνωση, αναπτύσσεται μια νέα γενιά κοινωνικών κινημάτων. Διάφορες συλλογικότητες, κυρίως όμως πολιτικές οργανώσεις και κόμματα από διαφορετικές παραδόσεις της Αριστεράς, βρέθηκαν μαζί στην πορεία αυτού του κινήματος που αναπτύσσεται σε ευρωπαϊκό και αργότερα σε παγκόσμιο επίπεδο και σιγά-σιγά μορφοποιείται και στην Ελλάδα. Ανάμεσα στους σταθμούς αυτού του κινήματος αναφέρουμε το Σιάτλ, τη Γένοβα, την Αθήνα. Στα θετικά αυτού του κινήματος εγγράφεται η αποτύπωση του συμπεράσματος/συνθήματος -στα έξι fora που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα παγκοσμίως- ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι αιώνιος και ότι υπάρχουν εναλλακτικές πολιτικές που αντιτίθενται σ' αυτόν καθώς και ότι ο άνθρωπος βρίσκεται πάνω από τα κέρδη. Το κίνημα αυτό συνέβαλε επίσης στη διαμόρφωση ή την ενίσχυση διεθνών αγωνιστικών δικτύων για την προώθηση εναλλακτικών πολιτικών αλλά και στην ανάδειξη νέων, ποικίλων θεμάτων, όπως το εξωτερικό χρέος των αναπτυσσόμενων χωρών, το νερό, οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί κ.α.
Παράλληλα με την ανάπτυξη αυτού του αντι-γλόμπαλ και αντιαμερικανικού κινήματος, με τη μεγάλη οργανωτική και επικοινωνιακή επιτυχία, αναπτύσσονται και άλλα, περισσότερα «κοινωνικά» ή απολίτικα. Αυτά τα κοινωνικά ή «απολίτικα» κινήματα δεν μπορούμε να τα κατανοήσουμε χωρίς να λάβουμε υπόψη μας τις τεράστιες, στροβιλώδεις αλλαγές που συντελούνται στη κοινωνία εξ αιτίας της διαδικασίας μετάβασης στο νεωτερικό κόσμο που συντελείται στις μέρες μας. Ανάμεσα στις κυριότερες εξελίξεις που συμβαίνουν διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας, και ωθούν τη μετάβαση μας στη μεταβιομηχανική και μεταμοντέρνα κοινωνία αναφέρουμε: τη κλιματική αλλαγή, την διείσδυση των τεχνολογιών αιχμής και της πληροφορικής στην καθημερινή μας ζωή, την υποβάθμιση της εργασιακής αξίας απέναντι στο κεφάλαιο και την εμφάνιση νέων εργασιακών σχέσεων, την αποδιάρθρωση των ταξικών ταυτοτήτων που χάνουν την παλαιότερη απόλυτη κυριαρχία τους, την αμφισβήτηση του έθνους-κράτους, την απώλεια της δύναμης που είχε κάποτε η θρησκευτική πίστη, το επίμονο αίτημα της ατομικής αυτονομίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την εμφάνιση νέων και πολλαπλών κοινωνικών ταυτοτήτων που δεν βασίζονται στα παλαιότερα εθνικά-ταξικά-θρησκευτικά χαρακτηριστικά - αλλά σε άλλα που διαμορφώνονται από νέους παράγοντες όπως τα ΜΜΕ, το μετασχηματισμό των κοινωνιών σε περισσότερο πολυπολιτισμικές και περίπλοκες, κ.α.
Τα νέα κοινωνικά κινήματα που ξεπηδούν μετά τη δεκαετία του 90, βαθιά επηρεασμένα από την προαγγελία του τέλους της ιστορίας, της πολιτικής, της ιδεολογίας, του κόσμου όπως τον ξέραμε μέχρι τώρα, προσπαθούν να ορίσουν ένα «άλλο» δρόμο στο κόσμο του «Μετά-». Δεν μοιάζουν να υπερασπίζονται τα παλαιά προτάγματα του Διαφωτισμού και δεν διεκδικούν γενικά την κοινωνική αλλαγή, δεν επαναστατούν και δεν οραματίζονται τις ουτοπίες της δεκαετίας του ’60. Οι μετέχοντες σε αυτά, βάζουν θέματα απλά, καθημερινά, θεματικά (π.χ. στην Ελλάδα, το κίνημα για την Αμαλία, το κίνημα για την υπεράσπιση του δημοσίου-κάτι αντίστοιχο με το κίνημα για τα commons που εκτυλίσσεται διεθνώς, οι κινήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι κινήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος) και συνάμα με τη δράση τους εγγράφουν αιτήματα, οράματα και αξιακές επιδιώξεις στη δημόσια σφαίρα, που οι υφιστάμενοι πολιτικοί σχηματισμοί αδυνατούν να το πράξουν. Η χρήση του Διαδικτύου ενισχύει τις δυνατότητες έκφρασης και δικτύωσης αυτών των κινημάτων, όπως συνέβη εντυπωσιακά π.χ. με τη κίνηση διαμαρτυρίας ενάντια στις πυρκαγιές της Πάρνηθας.
Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να αντιληφθεί τα κοινωνικά κινήματα ως αυτό που πράγματι είναι, και προσπάθησα να περιγράψω: ως συλλογικότητες, δηλαδή, που εκφράζουν την κοινωνία των πολιτών, την παρουσία της οποίας οφείλει να επιδιώξει και να στηρίξει.
Το ΠΑΣΟΚ ως πολιτικός φορέας δεν πρέπει ούτε να υιοθετήσει ανταγωνιστικές στάσεις προς τα κοινωνικά κινήματα και την κοινωνία των πολιτών, όπως κάνει η γερασμένη αριστερά που τα υποτιμά, θεωρώντας τα απλά ως πολιτιστικές εκδοχές του αγώνα για κοινωνική χειραφέτηση, ούτε να εξιδανικεύσει τη δράση τους, θεωρώντας τα ως τις μόνες υπάρχουσες ζωτικές συλλογικές δράσεις σε ένα πλαίσιο ακραίας μετανεωτερικότητας,
Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να εμπιστεύεται και να βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία και διάλογο με τη κοινωνία και τις οργανώσεις/κινήματα της κοινωνίας των πολιτών διότι κατ’αρχήν καταστατικά επιθυμεί το βάθεμα και πλάτεμα της Δημοκρατίας. Και για να συμβεί αυτό οφείλει να στηρίξει την ενεργοποίηση του πολίτη, την οποία οφείλει να αντιληφθεί όχι μόνο ως ένταξη και συμμετοχή του στα κόμματα, αλλά και ως ένταξη και συμμετοχή του στον ευρύτερο δημόσιο χώρο, όπου συνυπάρχει - εκτός των κομμάτων- και η κοινωνία των πολιτών.
Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να στηρίξει τα κινήματα και τη κοινωνία των πολιτών γιατί έχει υιοθετήσει την αρχή του ανοικτού κόμματος και της συμμετοχικής δημοκρατίας. Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να πιστεύει ότι μέσα από την αποκέντρωση-περιφερειοποίηση των κρατικών εξουσιών και την ολοένα και μεγαλύτερη αποκέντρωση και διάχυση της πολιτικής εξουσίας σε κέντρα που βρίσκονται εντός της κοινωνίας των πολιτών (με τη συστηματική συνεργασία της δημόσιας διοίκησης με τη κοινωνία των πολιτών, την προοδευτική αυτοδιαχείριση κ.α) θα καταστεί εφικτό για τους πολίτες να μπορέσουν να συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση και στην εφαρμογή των πολιτικών, όχι ως απλοί παρατηρητές, αλλά ως κοινωνικοί εταίροι της κεντρικής διοίκησης.
Το ΠΑΣΟΚ επίσης οφείλει να έχει την άποψη ότι ο χώρος της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί ουσιαστικά έναν από τους προνομιακούς χώρους, όπου μπορεί επιπλέον να καταγραφεί η σαφής διαφοροποίηση μεταξύ Κεντροαριστεράς και Κεντροδεξιάς. Και αυτό γιατί ενώ για την συντηρητική ιδεολογία η κυρίαρχη λογική είναι «λιγότερο κράτος και περισσότερη αγορά», η κεντροαριστερή στρατηγική της συμμετοχικής δημοκρατίας οφείλει να βασίζεται στη λογική «λιγότερο κράτος (αποκέντρωση, άμβλυνση της γραφειοκρατίας αλλά και της κομματικοκρατίας), λιγότερη αγορά (ρύθμιση της αγοράς με βάση όχι μόνο την παραγωγικότητα αλλά και την κοινωνική συνοχή και την οικολογία) και περισσότερη κοινωνία των πολιτών».
Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να ενσωματώσει στον πολιτικό του λόγο τις αναζητήσεις και τα αιτήματα των κοινωνικών κινημάτων. Οφείλει λοιπόν: να πρασινίσει το πρόγραμμα του (υιοθετώντας αντίστοιχες πολιτικές για τη βιολογική γεωργία, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη προστασία των υδάτινων πόρων, τη διαχείριση των απορριμάτων κ.α.), να υιοθετήσει τον λόγο των κινημάτων για τα ανθρώπινα δικαιώματα (διαχειριζόμενο επιτυχώς το ζήτημα της πολυπολυτισμικότητας, των καμερών και των πολιτικών ανατροπής της ιδιωτικότητας, των εξελίξεων στη βιοηθική κ.α.), να εκμεταλλευτεί τα κέρδη από τη χρήση του διαδικτύου και των νέων τεχνολογιών για την αναβάθμιση της δημοκρατίας, της διοίκησης, της εκπαίδευσης και του εργασιακού περιβάλλοντος.
Το ΠΑΣΟΚ επίσης οφείλει να συγχρωτίζεται με όλες τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας Αριστεράς, με όλα τα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα που αντιπαλεύουν τα «μαύρα» αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης, ενώ συγχρόνως προσπαθούν να αξιοποιήσουν τα κέρδη από την παγκοσμιοποίηση. Που αντιπαλεύουν την νέα διεθνή τάξη πραγμάτων που επιβάλλει η ηγεμονία της μίας υπερδύναμης αλλά και την τυφλή τρομοκρατία που συνδέεται με αυτή τη νέα τάξη.

Ν. Μπιλανάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου